Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Φορτηγά: ¨Ολα στις εταιρείες

Στο αυταρχικό μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης κατέφυγε τελικά, την περασμένη Τετάρτη, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στην προσπάθειά της να τρομοκρατήσει και να σπάσει το απεργιακό μέτωπο των ιδιοκτητών φορτηγών δημοσίας χρήσης, οι οποίοι τάσσονται ενάντια στη λεγόμενη «απελευθέρωση» των «κλειστών επαγγελμάτων».

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ



Με την κίνηση αυτή, επιχείρησε μια και καλή να κάνει ξεκάθαρο πως αποτελεί μονόδρομο για την κυβερνητική πολιτική, η προώθηση όλων των αντιδραστικών και αντιλαϊκών μέτρων, που φέρνουν τη σφραγίδα της ΕΕ και του ΔΝΤ, απαγορεύοντας στην ουσία το δικαίωμα στην απεργία.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο που έχει παρουσιάσει το περασμένο διάστημα ο υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Δ. Ρέππας, η κυβέρνηση στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου πλαισίου, που θα ανατρέπει πλήρως το υπάρχον καθεστώς. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται η ελεύθερη είσοδος στο επάγγελμα, με έκδοση νέων αδειών για πρώτη φορά μετά το 1971. Από εδώ και στο εξής όμως, οι άδειες θα χορηγούνται σε εταιρείες και όχι σε φυσικά πρόσωπα, με ταυτόχρονη απελευθέρωση του κόμιστρου. Παράλληλα, μετά από μια μεταβατική περίοδο τριών χρόνων, καταργείται η ειδική εισφορά που πλήρωνε ένας ιδιοκτήτης στο κράτος για να ασκήσει το επάγγελμα και από 1/7/2013 θα υποχρεούται να καταβάλει μονάχα τα διοικητικά τέλη, που δεν ξεπερνούν το ποσό των 1.500 ευρώ. Κάτι που με απλά λόγια μεταφράζεται σε απαξίωση της αξίας των υπαρχόντων αδειών φορτηγών δημοσίας χρήσης.
Στην πραγματικότητα, αυτό που επιχειρείται από την κυβέρνηση με τις ευλογίες της τρόικα, είναι η εκχώρηση των υπηρεσιών μεταφοράς στο μεγάλο κεφάλαιο στο όνομα του ανταγωνισμού, που σημαίνει και την ταυτόχρονη συντριβή των μικρο-ιδιοκτητών φορτηγών δημόσιας χρήσης. Το βασικό επιχείρημα πως ο ανταγωνισμός θα φέρει βελτίωση στην παροχή υπηρεσιών και μείωση του κόστους δεν στέκει αν αναλογιστούμε πως κάτι αντίστοιχο έγινε και στις αερομεταφορές, με αντίθετα αποτελέσματα. Πέρα όμως από την εκτίναξη της αξίας των κομίστρων, βασικό σημείο αποτελεί πως θα υπάρξει περαιτέρω χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων που απασχολούνται στο συγκεκριμένο κλάδο.
 «Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση», είχε σπεύσει να δηλώσει τότε ο υπουργός Μεταφορών, ο οποίος αφού προχώρησε και στο ωμό εκβιασμό της πολιτικής επιστράτευσης κατά των ιδιοκτητών φορτηγών, τους κάλεσε στο υπουργείο για διάλογο, αν και ήταν ο ίδιος που πριν λίγες μέρες είχε αποκλείσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο κάθε ενδεχόμενο επιστράτευσης των απεργών. Ακόμη, όμως και στην συνάντηση αυτή, το ρόλο του «εκπροσώπου» από την πλευρά της κυβέρνησης ανέλαβαν για άλλη μια φορά οι δυνάμεις της αστυνομίας. Την ίδια στιγμή, που ο γενικός γραμματέας του υπουργείου, Χ. Τσιόκας, πέταγε σαν τυράκι στη φάκα, τη χορήγηση μιας επιπλέον άδειας, τα ΜΑΤ αντιμετώπιζαν τους συγκεντρωμένους έξω από το υπουργείο με ρήψη χημικών και ξύλο.
Από την άλλη πλευρά οι αντιπροτάσεις των εκπροσώπων των ιδιοκτητών περιορίστηκαν μόνο σε συντεχνιακά αιτήματα, που συν τοις άλλοις δεν αλλάζουν στην ουσία το χαρακτήρα των προωθούμενων αλλαγών. Αρχικά, αφού ζήτησαν την έναρξη διαλόγου και το «πάγωμα» της ψήφισης του νομοσχεδίου μέχρι τα τέλη Αυγούστου, σε δεύτερο πλάνο έθεσαν το αίτημα να γίνει πενταετής η μεταβατική περίοδος, καθώς και να αποζημιωθούν για τις υπάρχουσες άδειες. Όλα τα αιτήματα, όμως, απορρίφθηκαν από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου καθώς, όπως χαρακτηριστικά τονίστηκε: «H ψήφιση του νομοσχεδίου, χωρίς καμία απολύτως αλλαγή, συμπεριλαμβάνεται στο μνημόνιο», και επίσης αποτελεί διαταγή της ΕΕ για την παραχώρηση του κλάδου των μεταφορών σε εταιρείες.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η καπιταλιστική τομή που επιχειρείται είναι σημαντική, κάτι που αποτυπώνεται και στην πολιτική στήριξη που παρείχαν στην κυβέρνηση τόσο ο ΣΕΒ όσο και αρκετά αστικά κόμματα. Τόσο ο αρμόδιος τομεάρχης της Νέας Δημοκρατίας, Σ. Καλαφάτης, όσο και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Δασκαλόπουλος, κάλεσαν την κυβέρνηση να δώσει λύση, κάνοντας από κοινού λόγο για επιστράτευση των απεργών. Ανάλογη στάση κράτησε και ο ΛΑΟΣ, ενώ η Δημοκρατική Αριστερά με ανακοίνωσή της τάχθηκε κατά των απεργών αναφέροντας πως: «H συνέχιση της απεργίας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην εξέλιξη της κοινωνικής και οικονομικής ζωής».
Σε ανακοίνωσή της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναφέρει: «H εκχώρηση όλων αυτών των δραστηριοτήτων στο μεγάλο και πολυεθνικό κεφάλαιο θα οδηγήσει όχι μόνο στην κατάρρευση των αμοιβών και του επιπέδου ζωής των ελευθέρων επαγγελματιών και των μισθωτών των αντίστοιχων κλάδων, αλλά και σε νέα βάρη στην κοινωνική πλειοψηφία από τις “αλυσίδες” που σύντομα θα ελέγξουν την αγορά. Οι τομείς αυτοί πρέπει τελικά να αποτελέσουν κοινωνικοποιημένους τομείς της οικονομίας, με τη σύμφωνη, εθελοντική συγχώνευση σε συνεταιρεστικές και άλλες μορφές συλλογικής συγκρότησης των ανθρώπων που εργάζονται στους συγκεκριμένους κλάδους. Ταυτόχρονα πρέπει σήμερα να ανατραπεί η βαρβαρότητα της “απελευθέρωσης”, να διαφυλαχτεί το δικαίωμά τους στη δουλειά και την επιβίωση».