Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Η ιδιοκτησία ως αξία στη φιλελεύθερη πολιτική φιλοσοφία

Ο πυρήνας της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας του φιλελευθερισμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με θεμελιώδεις αρχές του καπιταλισμού, όπως η ιδιοκτησία. Σε αυτό το αξιακό πλαίσιο όσοι δεν έχουν ιδιοκτησία καταδικάζονται να ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας, χωρίς το «προνόμιο» να στοχάζονται γι΄αυτήν, ούτε ακόμη να έχουν πολιτικά δικαιώματα.



ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΡΟΛΛΙΟΣ vgrollios@gmail.com





  Την 1η Αυγούστου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο της Μαριάννας Τζιαντζή με τίτλο «Ιδιοκτησία ή θάνατος».
 Η Μ.Τζιαντζή έχει απόλυτο δίκιο να ταυτίζει τις αστικές αξίες με την επιχειρηματικότητα και την επιθυμία συσσώρευσης πλούτου.
Αποφάσισα να γράψω δύο άρθρα που θα επεξεργάζονται φιλοσοφικά το θέμα αυτό, δηλαδή τη σχέση της φιλελεύθερης πολιτικής φιλοσοφίας με τις αξίες που προϋποθέτει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.

Θα προσπαθήσω να αποδείξω την άρρηκτη σύνδεση της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας του φιλελευθερισμού, δηλαδή της εικόνας του ανθρώπου που επικροτεί, με την καπιταλιστική λογική.
Η έρευνα αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία τόσο για μας που κινούμαστε στην ακαδημαϊκή κοινότητα, μια που οι ιστορικοί της πολιτικής φιλοσοφίας οι οποίοι μέχρι σήμερα έχουν κάνει μελέτες για το θέμα αυτό είναι ελάχιστοι, όσο και για το ευρύτερο εργατικό κίνημα το οποίο οφείλει να προβάλει τις δικές του αξίες έναντι αυτών του υπάρχοντος συστήματος.

Στο παρόν άρθρο θα καταθέσω τις σκέψεις μου για τους Κάντ και Χέγκελ, ενώ στο δεύτερο για τους Τζον Στιούαρτ Μίλλ και Τζον Ρόουλς, μη μπορώντας φυσικά να παραλείψω την αναφορά στον Μαρξ και Ένγκελς.

Στην έρευνά μας δεν πρέπει να μας διαφεύγει η συμβουλή του Ένγκελς να προσπαθούμε να συνδέουμε τις θεωρητικές αρχές με τα υλικά συμφέροντα που αυτές προωθούν, όπως και αυτή του Μαρξ να εστιάζουμε στον τρόπο δικαιολόγησης ή μη της κατοχής ιδιοκτησίας.
Η πιο βασική έννοια στην πολιτική φιλοσοφία του Καντ (1724-1804) είναι αυτή της αυτονομίας.
Ο Καντ είναι γνωστός για την επιμονή του να τονίζει το πόσο σημαντικό είναι ο άνθρωπος να σκέφτεται μόνος του.
Η σκέψη να παράγει τις αρχές της μέσω της αυτόνομης λειτουργίας της
από τη στιγμή που η λογική πρέπει να υπάγεται μόνο στους νόμους που η ίδια θέτει στον εαυτό της.
Αυτό το αίτημα του Κάντ ισχύει για όλους τους πολίτες, χωρίς καμία εξαίρεση; Ναι, για τα ερωτήματα ηθικής και θρησκευτικής πίστης, αλλά σίγουρα όχι, για τα πολιτικά.

Ιμμανουελ Καντ, Φρίντριχ Χέγκελ 

Σε ένα κείμενο το οποίο διαφεύγει της προσοχής της συντριπτικής πλειονότητας των ερευνητών, στη φιλοσοφική του ανθρωπολογία (Βλ, 43§) ο Καντ είναι σαφέστατος ότι αυτοί που ζούνε σε εξάρτηση από άλλους (εννοεί αυτούς που εξαρτάνε την επιβίωσή τους από τη μισθωτή εργασία) δεν χρειάζεται να στοχάζονται, δεν πρέπει να αναρωτιούνται για τις αρχές με τις οποίες λειτουργεί η κοινωνία. Εξαίρεση είναι μόνο τα ζητήματα ηθικής και θρησκείας, για τα οποία κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι προσωπικά υπεύθυνος για τις ιδέες που έχει.
Στο ίδιο μήκος κύματος, μόνο αυτοί που έχουν ιδιοκτησία με την οποία μπορούν να αυτοσυντηρηθούν θα πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου. (βλ. Kant, «Theory and practice» στο Kant: political writings, Cambridge University Press, σ.78). Διευκρινίζει ότι όσοι είναι αναγκασμένοι να πουλάνε την εργατική τους δύναμη όπως οι υπηρέτες, οι μισθωτοί εργάτες, οι υπάλληλοι καταστημάτων δεν μπορούν να είναι πολίτες με την πλήρη έννοια του όρου.(ό.π.) Μάλιστα, όχι μόνο δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου, αλλά όπως και οι κεφαλαιοκράτες, δεν έχουν απολύτως κανένα δικαίωμα αντίδρασης απέναντι στην εξουσία. (ό.π., σ. 81)
Ποιο δικαίωμα αντίστασης στην εξουσία έχουν οι ιδιοκτήτες στον Κάντ; Σε περίπτωση που ο κυρίαρχος καταπατά τα δικαιώματα των υπηκόων του, μπορεί να μην είναι άδικο το να τον εκθρονίσουν, αλλά ο Κάντ υπογραμμίζει ότι θα είναι σίγουρα λάθος οι υπήκοοί του να εξεγερθούν. (βλ. Kant, «Perpetual peace», στο Kant: political writings, Cambridge University Press, σ.126) Ο κυρίαρχος έχει μόνο δικαιώματα έναντι των υπηκόων του και όχι οι υπήκοοι έναντι του κυριάρχου.(βλ. Kant, «Theory and Practice», ό.π., σ. 75). Ο υπήκοος που θα αντισταθεί στην εξουσία, ασχέτως της τάξης στην οποία ανήκει, ασχέτως αν είναι ιδιοκτήτης ή όχι, οφείλει να εξοριστεί ή να τιμωρηθεί. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να εκφράζει τα παράπονά του, αλλά σίγουρα όχι να αντιστέκεται. (βλ. Kant, The metaphysics of morals, Cambridge University press, σ. 95, παράγραφο 6:319).
Παρ’ όλα αυτά ο κυρίαρχος μπορεί να αναγκάσει τους πλούσιους να προσφέρουν χρηματική βοήθεια σε αυτούς που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τις βασικές τους ανάγκες. Ο Καντ θέλει ένα φιλάνθρωπο ηγέτη και καλοκάγαθους αριστοκράτες ή καπιταλιστές, οι οποίοι εθελοντικά θα μεταφέρουν πλούτο στην εργατική τάξη. Πολύ σωστά λέει ο Γούλιαμς ότι οι αρχές της θεωρίας του Καντ έχουν μια φιλελεύθερη προοπτική από τη στιγμή που τονίζει τη σημασία της συναίνεσης από τη πλευρά των υπηκόων στην εγκαθίδρυση της εξουσίας, αλλά στην πράξη είναι συχνά συντηρητικός και απολυταρχικός. (bλ. Williams, Howard, Kant’s political philosophy, Blackwell, σ.128).

Η ιδιοκτησία εξακολουθεί να είναι ένας έντονα αξιακά φορτισμένος θεσμός, ο οποίος καθαγιάζεται και στον Χέγκελ (1770-1831). Από τα πρώτα πολιτικά του κείμενα ο Χέγκελ αναγνωρίζει ότι η σύγχρονή του κοινωνία είναι ταξικά διαχωρισμένη ανάμεσα σε τρείς τάξεις. Την αριστοκρατία, την επιχειρηματική τάξη και τους αγρότες. Το άτομο μπορεί να ακολουθήσει την κουλτούρα, τον πολιτισμό της κοινωνίας του μόνο αν είναι μέλος κάποιας τάξης (βλ. 471§ του Συστήματος της ηθικής). Μόνο αν το άτομο έχει ιδιοκτησία υπάρχει ως προσωπικότητα (41§ της Φιλοσοφίας του δικαίου). Οι μη κατέχοντες ιδιοκτησία, οι φτωχοί, οι αποτυχημένοι για τα δεδομένα του συστήματος δεν ανήκουν σε κάποια τάξη και η μόνη λύση για αυτούς είναι να μεταναστεύσουν στις αποικίες, που τα σύγχρονα κράτη θα αναγκαστούν να έχουν (241-8§ της Φιλοσοφίας του δικαίου). Μάλιστα, η συμμετοχή του ατόμου σε κάποια τάξη είναι τόσο σημαντική που μόνο μέσω της εκλογής αντιπροσώπων της κάθε τάξης σε μια εθνοσυνέλευση το άτομο μπορεί να λάβει μέρος στα κοινά. Ως απομονωμένη ατομική προσωπικότητα το άτομο δεν είναι σημαντικό το τι πιστεύει. Το μόνο που έχει σημασία είναι τα συμφέροντά του να αντιπροσωπεύονται μέσω των εκπροσώπων της τάξης του (309§ της Φιλοσοφίας του δικαίου). Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι οι εκπρόσωποι των τάξεων δεν θα πρέπει να πληρώνονται, η κατοχή ιδιοκτησίας από μέρους τους θεωρείται από τον Χέγκελ ακόμα πιο επιτακτική ανάγκη (309 § της Φιλοσοφίας του δικαίου).
Την ίδια στιγμή που καθαγιάζει το θεσμό της ιδιοκτησίας, ο Χέγκελ καθαγιάζει και την εξαρτημένη μισθωτή σχέση εργασίας που ο πρώτος θεσμός προϋποθέτει. Υπογραμμίζει ότι ο πολίτης μπορεί να επιτρέπει σε κάποιον να αξιοποιεί τις φυσικές και πνευματικές του ικανότητες για περιορισμένο χρόνο. Αν όμως αυτή η δραστηριότητα καταναλώνει το σύνολο του χρόνου και της παραγωγής του εργάτη τότε αυτός καθιστά τη δραστηριότητα και την προσωπικότητά του ιδιοκτησία κάποιου άλλου (67§ της Φιλοσοφίας του δικαίου). Ο Χέγκελ θέλει έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.
Το πιο ενδιαφέρον στην πολιτική σκέψη του Χέγκελ είναι, κατά τη γνώμη μου, το ότι ενώ αποδέχεται το κεφαλαιοκρατικό σύστημα έχει πλήρη συνείδηση της λογικής και των αλλοτριωτικών φαινομένων που αναγκαστικά αυτό επιφέρει. Ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα της προστασίας της ιδιοκτησίας θεωρεί την επικράτηση της επιθυμίας για συσσώρευση πλούτου και της επιδίωξης του ατομικού συμφέροντος (Hegel, The philosophy of history, σ.85). Θεωρεί πως με τη συσσώρευση πλούτου από κάποιους η δημιουργία οικονομικών ανισοτήτων είναι αναπόφευκτη. Αυτή με τη σειρά της θα οδηγήσει στη δημιουργία σχέσεων αφέντη και υπηρέτη. Ο μεγάλος πλούτος σίγουρα θα φέρει και μεγάλη φτώχεια. Η τάξη των επιχειρηματιών είναι βέβαιο ότι θα αποκτηνωθεί! Οι ηθικοί δεσμοί ανάμεσα στους πολίτες θα εξαφανιστούν! Το μόνο που το κράτος μπορεί να κάνει είναι να φορολογήσει τους επιχειρηματίες, ενώ την ίδια στιγμή τους αφήνει να οδηγηθούν από μόνοι τους στη βαρβαρότητα και στην προλεταριοποίηση (βλ. 491-2§ του Συστήματος της ηθικής). Ενώ ο Χέγκελ, όπως και η φιλελεύθερη σκέψη, αποδέχεται το καπιταλιστικό σύστημα, η κριτική αποτίμηση του σε αυτό είναι εντελώς έξω από τη λογική της φιλελεύθερης παράδοσης, ακόμα και, όπως θα δούμε στο δεύτερο άρθρο, της λογικής του σύγχρονου φιλελεύθερου στοχασμού και σίγουρα τοποθετεί τον Χέγκελ σε μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία της πολιτικής σκέψης.

0 Τοποθετησεις: