Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Η πτώχευση της κριτικής

Η Πρωτοβουλία Αριστερών Οικονομολόγων και Επιστημόνων για τη διαμόρφωση αντικαπιταλιστικού προγράμματος αντιμετώπισης της κρίσης βρήκε μια απήχηση που ξεπερνούσε τις προσδοκίες και των ίδιων των συντελεστών της.




Πέτρος Παπακωνσταντίνου



 Αυτό μαρτυρούν το πλήθος και το ευρύ πολιτικό φάσμα όσων την αγκάλιασαν, η εντυπωσιακή επιτυχία της ανοιχτής εκδήλωσης που έγινε προ δεκαημέρου στην Αθήνα και η ανταπόκριση που βρήκε η πρωτοβουλία στο διαδίκτυο. Οι σύντροφοι που είχαν την αρχική ιδέα χτύπησαν το έδαφος και έπεσαν πάνω σε φλέβα νερού. Κι αυτή η φλέβα δεν είναι άλλη από τη διάχυτη διάθεση για μια πειστική και συγκεκριμένη πολιτική απάντηση στην κρίση και για ενότητα στη δράση όλων των ριζοσπαστικών δυνάμεων, ώστε η τρομακτικά δύσκολη, ιστορική μάχη που έχουμε μπροστά μας να δοθεί με πιθανότητες νίκης και όχι μόνο για την τιμή των όπλων.
Όπως ήταν φυσικό, το κείμενο της πρωτοβουλίας εκτέθηκε στη δημόσια κριτική. Αυτός άλλωστε ήταν και ο στόχος. Η πρόταση συμπυκνώνει τους βασικούς άξονες στους οποίους συγκλίνουν, λίγο - πολύ, οι αναζητήσεις της πλειονότητας των αριστερών αγωνιστών (ανατροπή του μνημονίου και απόσυρση από το μηχανισμό ΔΝΤ - ΕΕ, στάση πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με στόχο τη μείωση ή τη διαγραφή του, έξοδος από το ευρώ και την ΟΝΕ, κρατικοποίηση των μεγάλων τραπεζών και έλεγχος των κεφαλαιακών ροών, φορολογική μεταρρύθμιση), χωρίς αξιώσεις αλάθητου. Άλλωστε, μεταξύ των ίδιων των συντελεστών της πρωτοβουλίας, υπάρχουν διαφορές στις αποχρώσεις, στην ιεράρχηση και στη γενικότερη πολιτική οπτική, χωρίς αυτό να τους εμποδίζει να βρίσκονται το ίδιο χαράκωμα.

Εντελώς διαφορετική ήταν η στάση ορισμένων δυνάμεων της κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ας αρχίσουμε από τα αναμενόμενα. Το ΚΚΕ, διά του Ριζοσπάστη, αφού ταύτισε αυθαίρετα το περιεχόμενο της πρωτοβουλίας με τις θέσεις συγκεκριμένου πολιτικού χώρου (τμήματος του ΣΥΡΙΖΑ), ήρθε να σνομπάρει τους όχι αρκούντως επαναστατικούς στόχους όπως η έξοδος από το ευρώ και η στάση πληρωμών, διότι «δεν συγκρούονται με την πηγή της κρίσης, που είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα». Οι αρθογράφοι του Ριζοσπάστη δεν μπορεί να αγνοούν ότι ο Λένιν, λίγες εβδομάδες πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση, έγραψε την πολύ σημαντική μπροσούρα Η καταστροφή που μας απειλεί και πώς πρέπει να την καταπολεμήσουμε, στην οποία παρουσίασε ένα πρόγραμμα άμεσων στόχων πάλης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, χωρίς να θέσει ως προαπαιτούμενο την ανατροπή του καπιταλισμού. Το να θέτεις ως βασική διαχωριστική γραμμή το «καπιταλισμός ή σοσιαλισμός» την ώρα που οι λαϊκές μάζες αγωνιούν πώς θα προστατέψουν τη δουλειά, το ψωμί, τη σύνταξη και τη συλλογική σύμβαση, θα αποτελούσε αριστερίστικο παραλήρημα του χειρίστου είδους αν δεν ήταν, φοβόμαστε, κάτι χειρότερο: Η γραφειοκρατική περιχαράκωση της ηγεσίας του ΚΚΕ κάτω από έναν διπλό φόβο – φόβο ιδεολογικής «μόλυνσης» του ΚΚΕ από τα καινά δαιμόνια των άλλων αριστερών, αντικαπιταλιστικών δυνάμεων και φόβο απέναντι στην αστική τάξη, μήπως ένα μαζικό, εργατικό ρεύμα ξεπεράσει τα επιτρεπτά όρια και θέσει το ίδιο το ΚΚΕ μπροστά σε τρομερά πολιτικά διλήμματα, όπως λίγο έλειψε να γίνει στη μεγάλη απεργία και πορεία της 5ης Μαίου.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η πολεμική που αναπτύσσει ο Λαϊκός Δρόμος του μ-λ ΚΚΕ εναντίον όχι μόνο της συγκεκριμένης Πρωτοβουλίας, αλλά συνολικά εναντίον των θέσεων του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ίδια λογική –της χάραξης των πιο σκληρών ιδεολογικών γραμμών για την περιχαράκωση του κομματικού μας χώρου, που πιέζεται από την αγωνία της κοινωνικής βάσης για ενιαιομετωπική δράση– εστιάζεται εδώ στο ερώτημα της εξουσίας. Το λάιτ μοτίφ είναι ότι, το να θέτουμε πολιτικούς στόχους όπως η στάση πληρωμών και η έξοδος από το ευρώ, σημαίνει ότι τους υποβάλλουμε για έγκριση στην κυβέρνηση Παπανδρέου και διαφθείρουμε ιδεολογικά τις μάζες.

Με αυτή τη λογική, όμως, η αντικαπιταλιστική Αριστερά είτε πρέπει να θέτει παντού και πάντα θέμα εξουσίας (κι αν το εννοεί, πρέπει να μετατραπεί σε παρανοϊκή σέχτα), είτε πρέπει να αρκεστεί σε συνδικαλιστικούς στόχους. Μήπως όταν το μ-λ ΚΚΕ ζητάει έξοδο από το ΝΑΤΟ και απομάκρυνση των αμερικανικών βάσεων το θέτει υπό την έγκριση του Γ. Παπανδρέου; Η λογική του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι εντελώς διαφορετική, είναι η λογική του μαζικού λαϊκού εκβιασμού της αστικής τάξης και των πολιτικών της εκπροσώπων από ένα ρωμαλέο κίνημα που θα μπορεί να επιβάλει, έστω μερικές και προσωρινές λύσεις και μέσα από αυτή την πορεία να γίνει ικανό να θέσει και το ζήτημα της εξουσίας.

Αν αυτές οι πολεμικές ήταν λίγο - πολύ αναμενόμενες, η κριτική που άσκησε ο Τάκης Φωτόπουλος ήταν απροσδόκητη. Το Πριν φιλοξενεί ευχαρίστως τις απόψεις του συναγωνιστή Φωτόπουλου, ανεξάρτητα από τις σοβαρές διαφωνίες για την «περιεκτική δημοκρατία», την «υπερεθνική ελίτ» κ.ά. Γι’ αυτό και δεν κατανοούμε τη μηδενιστική κριτική που άσκησε στο κείμενο των οικονομολόγων από τις στήλες της Ελευθεροτυπίας, υποστηρίζοντας αυθαίρετα ότι «ανάγουν σε επαναστατική πανάκεια τη στάση πληρωμών» – κάτι που μόνο ο ίδιος διάβασε. Ούτε είναι επαρκής λόγος η καθ’ όλα σεβαστή γνώμη του ότι πρέπει να τεθεί ως άμεσος στόχος πάλης η έξοδος από την ΕΕ και όχι μόνο από το ευρώ. Άλλωστε, τα συνθήματα οφείλουν να εξελίσσονται ανάλογα με τη συγκυρία και τις διαθέσεις των μαζών – πριν από ένα χρόνο, το «έξω από το ευρώ» δεν συσπείρωνε ούτε το 10% του ελληνικού λαού, αύριο και το «έξω από την ΕΕ» μπορεί να είναι λίγο. Επιτέλους, από τη στιγμή που ο ίδιος ο Τάκης Φωτόπουλος καταλήγει, στο τέλος του άρθρου του, σε θέσεις όπως η «υποτίμηση της νέας δραχμής», η «κοινωνικοποίηση των τραπεζών» και η «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους», τι νόημα έχει η μεγιστοποίηση των διαφορών, πέρα από τη διαφωνία για τη διαφωνία και τη μανία της δικαίωσης του ενός εναντίον όλων;