Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Συνειδητή πολιτική επιλογή η γραφειοκρατία

Η πίεση για ασύδοτη ανάπτυξη γεννά τις δυσλειτουργίες

Ισως δεν υπάρχει άνθρωπος στη χώρα μας που να μην έτυχε να ταλαιπωρηθεί στον γκισέ μιας δημόσιας υπηρεσίας, να μη βρέθηκε στην απελπισία του «περάστε αύριο» ή και να μην εκνευρίστηκε, δίκαια ή άδικα, με τη στάση κάποιου δημόσιου υπάλληλου. Και βέβαια, στα αυτιά των ανθρώπων αυτών, η επωδός της «καταπολέμησης της γραφειοκρατίας» ακούγεται ευχάριστη – των «αριστερών» αυτιών μηδέ εξαιρουμένων.



ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ



Υπάρχουν, προφανώς, μια σειρά από παράμετροι τις οποίες, τουλάχιστον όποιος έχει συνείδηση εργαζόμενου, θα σκεφτεί προκειμένου να δικαιολογήσει τις καθυστερήσεις και τα προβλήματα: Οι ελλείψεις στο προσωπικό που σε κάποιες περιπτώσεις είναι τραγικές, η κάλυψη των κενών με συμβασιούχους κάθε είδους που δουλεύουν λίγους μήνες το χρόνο, η έλλειψη υλικοτεχνικής και τεχνολογικής υποδομής, οι χαμηλοί μισθοί κ.λπ. Όλα αυτά είναι προφανώς βασικές όψεις του προβλήματος και είναι αυτά για τα οποία όλοι παλεύουμε. Δεν αγγίζουν όμως την «καρδιά του κτήνους», την ίδια την ύπαρξη της λεγόμενης «γραφειοκρατίας».
Αν θέλουμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα, αυτό είναι να κατανοήσουμε ότι ο (φαινομενικά) παράλογος τρόπος που λειτουργούν οι διοικητικές υπηρεσίες του Δημοσίου δεν αποτελεί κάποια «παραμόρφωση» ούτε επαφίεται στους καλούς ή κακούς δημόσιους υπαλλήλους. Είναι μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή, που εξυπηρετεί συγκεκριμένες ανάγκες του καπιταλισμού και του ιστορικού τρόπου ανάπτυξής του και είναι σύμφυτη με τη λειτουργία του κράτους.
Είναι πράγματι η γραφειοκρατία που εμποδίζει την «ανάπτυξη» ή μήπως η πίεση για ασύδοτη ανάπτυξη αυτή που παράγει τη γραφειοκρατία; Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Παρά τους υποτιθέμενους «δρακόντειους νόμους» που προστατεύουν το φυσικό περιβάλλον, τους αρχαιολογικούς χώρους, τις ζώνες κατοίκησης, τους προστατευόμενους οικισμούς κ.λπ., στην πράξη σήμερα στην Ελλάδα ένας επιχειρηματίας μπορεί, σχεδόν οπουδήποτε, να «φυτέψει» ανεμογεννήτριες, λατομεία, φωτοβολταϊκά, ιχθυοκαλλιέργειες, ξενοδοχεία, λιμάνια, ακόμη και ολόκληρα εργοστάσια! Επίσης, ένας ιδιώτης μπορεί να χτίσει (πρακτικά) οπουδήποτε στην επικράτεια μόνο και μόνο αν κατέχει έκταση 4 στρεμμάτων. Αρκεί να έχουν τις απαιτούμενες άδειες από τη δασική υπηρεσία, την αρχαιολογική υπηρεσία, την υπηρεσία περιβάλλοντος της Νομαρχίας και πάει λέγονταςŸ Οι νόμοι, δηλαδή, δεν θεσπίζουν απόλυτους περιορισμούς και απαγορεύσεις, αλλά μεταθέτουν την εποπτεία της εφαρμογής τους στις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες.
Η συλλογή «αδειοδοτήσεων» από διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου αντισταθμίζει την παρεχόμενη ασυδοσία στην επιχειρηματική και οικοδομική δραστηριότητα. Από 'κει και πέρα, υπάρχει η «φυσική επιλογή»: Οι πιο ισχυροί μπορούν να «παρακάμψουν» τα τεχνικά προβλήματα (ναι, υπάρχουν ακόμη δημόσιοι υπάλληλοι που αντιστέκονται!) μέσω πολιτικών πιέσεων, χρηματισμού και άλλων μεθόδων. Ακόμη και νόμοι ολόκληροι έχουν ψηφιστεί προκειμένου να προχωρήσουν «επενδύσεις» ασύμβατες όχι μόνο με το Σύνταγμα αλλά και με την κοινή λογικήŸ
Όλη αυτή η «χαρτούρα», λοιπόν, για την οποία γκρινιάζουν οι επιχειρηματίες, αλλά και οι πολίτες, δεν θα υπήρχε αν υπήρχαν πραγματικοί (χωροταξικοί και άλλοι) περιορισμοί και απαγορεύσεις στην οικοδομική ή επιχειρηματική δραστηριότητα, με προτεραιότητα τις ανάγκες προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, της ζωής των πόλεων και των χωριών, της αγροτικής παραγωγής. Όμως τέτοιοι περιορισμοί προφανώς και δεν είναι επιθυμητοί από το κεφάλαιο! Το αντίστοιχο συμβαίνει με τη «χαρτούρα» που χρειάζεται για να ιδρύσει κανείς μια επιχείρηση. Αυτό (υποτίθεται ότι) αποσκοπεί στο να αποφευχθούν οι επενδύσεις του τύπου «πάρε τα λεφτά και τρέχα», που συνήθως αφήνουν πίσω τους εκατοντάδες απλήρωτους και χωρίς ένσημα εργαζόμενους, αφού έχουν μασήσει καλά - καλά τον πακτωλό των διαφόρων επιδοτήσεων για την «επιχειρηματικότητα». Όταν λοιπόν η υπουργός Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας υπόσχεται ότι με το νέο αναπτυξιακό νόμο θα αρκούν τρεις υπογραφές για να φτιάξεις επιχείρηση ή όταν παρουσιάζονται κίνητρα για τις «πράσινες επενδύσεις», δεν ακούμε κάποια προσπάθεια καταπολέμησης της «γραφειοκρατίας», αλλά την προσπάθεια, με πρόσχημα την κρίσιμη κατάσταση της χώρας, να αρθούν ακόμη και οι ελάχιστοι περιορισμοί στην ασυδοσία του κεφαλαίου.
Ο «πολίτης» τον οποίο θέλουν να βοηθήσουν να απαλλαγεί από το κόστος του Δημοσίου, τελικά θα πληρώσει πολύ ακριβά το «λιγότερο Δημόσιο» ως εργαζόμενος, ως κάτοικος, ως αγοραστής των (πρώην δημόσιων) αγαθών και υπηρεσιών. Το πολυδαίδαλο σύστημα νόμων, εγκυκλίων και κανόνων που διέπει τις σχέσεις του «πολίτη» με το Δημόσιο είναι με τέτοιο τρόπο διαρθρωμένο, ώστε στις αποφάσεις και τις πράξεις της διοίκησης να κατοχυρώνεται τελικά η ταξική ανισότητα. Όση κοινωνική συνείδηση κι αν έχει ένας υπάλληλος, είναι πολλοί οι τρόποι που διαθέτει το σύστημα της διοικητικής ιεραρχίας για να τον αναγκάσει να αποδεχτεί τη «σκληρή» πραγματικότητα. Ο δρόμος της ατομικής αξιοπρέπειας είναι η καταφυγή απέναντι σε μια Λερναία Ύδρα που όσα κεφάλια κι αν τις κόψεις, ξεφυτρώνουν περισσότερα. Δεν είναι όμως δρόμος για να αλλάξει το ίδιο το σύστημα.

Κυβερνητικές εξαγγελίες: Επιδείνωση όρων εργασίας
Εκφοβισμός και πειθάρχηση

Προφανώς τα φαινόμενα διαφθοράς ή αργομισθίας δεν θα αλλάξουν με κυβερνητικές παρεμβάσεις. Υπάρχει ένας πολύ απλός λόγος για αυτό: Τα φαινόμενα αυτά στο Δημόσιο δεν αφορούν μεμονωμένους «ασυνείδητους» υπαλλήλους, όπως θέλουν να μας πείσουν κάθε φορά που βρίσκεται ένας «Μπάμπης» (αυτός με τα διόδια, ντε) να θυσιαστεί σαν άλλη Ιφιγένεια. Στηρίζονται σε ένα ολόκληρο πλέγμα πολιτικής και συνδικαλιστικής «προστασίας», που καταλήγει στα ίδια τα υπουργικά γραφεία.
Σε τι, λοιπόν, αποσκοπούν οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης; Στη συνολική επιδείνωση των όρων εργασίας, στην προώθηση της αντεργατικής πολιτικής της, αλλά και στον εκφοβισμό και την πειθάρχηση των δημόσιων υπαλλήλων που δεν συμμορφώνονται με τις «νόρμες» της διοίκησης.
Είναι χαρακτηριστικό το πώς χρησιμοποιείται το Σώμα Επιθεωρητών της Δημόσιας Διοίκησης: Πλάι στις ελάχιστες και γνωστές (πολύ πριν την εμπλοκή του «ανεξάρτητου» σώματος) περιπτώσεις «λαμόγιων» του Δημοσίου που έστειλε στον εισαγγελέα (με αβέβαιη την τελική έκβαση στην «ανεξάρτητη» δικαιοσύνη), τα πορίσματά του χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιηθούν απολύσεις από το δημόσιο, όπως στην Αγρογή και το Μετρό!
Μόνο το κίνημα, μέσα κι έξω από το Δημόσιο, μπορεί να συγκρουστεί με τα φαινόμενα διαφθοράς ή αργομισθίας, που είναι σύμφυτα με τη λειτουργία του κράτους. Ένα εργατικό κίνημα που θα ζητά περισσότερα δημόσια αγαθά, περισσότερη παιδεία, υγεία, περίθαλψη, ασφαλιστική κάλυψη, πολιτισμό, με ενεργό το ρόλο των εργαζόμενων στη διαμόρφωσή τους. Ένα κίνημα μέσα στο Δημόσιο που θα συνδυάζει τα εργασιακά αιτήματα με μια νέα διεκδίκηση του ρόλου του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος ως συμμάχου της εργατικής τάξης και, με αυτόν τον τρόπο, θα οικοδομεί και μια άλλη συνείδηση στους ίδιους τους δημόσιους υπαλλήλους: Τη συνείδηση της συλλογικής στάσης απέναντι στην αυθαιρεσία της διοίκησης και του προϊστάμενου, της συλλογικής πάλης για λειτουργία των υπηρεσιών προσανατολισμένη στις ανάγκες του λαού, της κριτικής στο έργο των υπηρεσιών με βάση την κοινωνική χρησιμότητά τους και όχι το συντεχνιακό συμφέρον.
Να ξανακερδίσουμε συλλογικά τη χαμένη μας αξιοπρέπεια – να τι μπορεί να κάνει η ριζοσπαστική Αριστερά στην «καρδιά του κτήνους»!


Πλασματικές υπερωρίες αντί για αυξήσεις
Τα κατορθώματα του ΠΑΣΟΚ

Μια σειρά από «προβλήματα» που αποδίδονται στη διοικητική παραμόρφωση ή τη διαφθορά της δημόσιας διοίκησης, όπως η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή, η αυθαίρετη δόμηση, η παραοικονομία, οι υπερκοστολογήσεις των έργων ή των υλικών του Δημοσίου δεν είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης νόμων ή της πλημμελούς εφαρμογής τους από ένα «δυσκίνητο» ή έστω «υποστελεχωμένο» Δημόσιο. Ήταν και είναι συνειδητές επιλογές της άρχουσας τάξης και των κομμάτων εξουσίας για να οικοδομούν συμμαχίες, κυρίως με μεσαία στρώματα.
Η ιδιαιτερότητα της ΠΑΣΟΚικής διακυβέρνησης (σε κράτος και συνδικάτα) ήταν ότι αντί να προσφέρει τις κοινωνικές παροχές που διεκδικούσε το εργατικό κίνημα, απλώς διεύρυνε αυτή την «πυραμίδα της διαφθοράς». Σε μεγάλο βαθμό και τα λαϊκά στρώματα, οι μικρομεσαίοι αγρότες και η κατώτερη υπαλληλία μπορούσαν να αποκομίσουν μικρά οφέλη συμμετέχοντας στο «σκηνικό». Επιδοτήσεις αντί για στήριξη της αγροτικής παραγωγής, πλασματικές υπερωρίες αντί αυξήσεων, επιδοτούμενα προγράμματα - μαϊμού αντί για δουλειά, είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα. Οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις δεν «κατασπαταλήθηκαν» σε αυτή την κατεύθυνση, χρησιμοποιήθηκαν συνειδητά και με τις ευλογίες της ΕΕ για να αποσπάσουν την αναγκαία συναίνεση στην αναδιάρθρωση της παραγωγής και της εργασίας και την «ανοχή» για το μεγάλο φαγοπότι της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Σήμερα που ούτε οι ελάχιστες παροχές δεν είναι ανεκτές για να συνεχίσει να αυξάνεται η καπιταλιστική κερδοφορία, δεν είχαν παρά να φέρουν στο φως όλη αυτή τη «διαφθορά» που οι ίδιοι δημιούργησαν, για να μας πείσουν ότι «όλοι φταίμε για τη χρεοκοπία της χώρας», άρα και όλοι μαζί (δηλαδή εμείς) πρέπει να πληρώσουμε.
Η υπόθεση των προγραμμάτων Σταζ ήταν εύγλωττη: Το κυβερνητικό πογκρόμ στο πιο ευάλωτο τμήμα της εργασίας κρύφτηκε πίσω από τον (ευγενή) στόχο να γίνονται στο εξής οι προσλήψεις «με διαφάνεια και αξιοκρατία για όλα τα παιδιά του κόσμου». Η πλειοψηφία της κοινωνίας, αλλά και τμήμα της Αριστεράς, «πείστηκε» από την επιχείρηση - αξιοκρατία. Για να φτάσουμε λίγους μήνες μετά, όχι μόνο στο πάγωμα των προσλήψεων σε όλο το δημόσιο τομέα, αλλά σε χιλιάδες απολύσεις από δημόσιο και ιδιωτικό τομέα!