«Έβλεπε τα όμορφα και φανταχτερά πράματα που οικονομούσαν απ’ το εξωτερικό όλοι εκείνοι που υπηρετούσαν στα τελωνεία. Αυτή την εποχή άρχισε ένα άγριο κυνηγητό για τις δωροδοκίες. Αυτό το κυνηγητό δεν τον φόβισε καθόλου. Απεναντίας το εκμεταλλεύθηκε καθώς πρέπει, αποδείχνοντας έτσι τη ρούσικη εφευρετικότητα που παρουσιάζεται στις δύσκολες στιγμές»
Ν. Γκόγκολ, Νεκρές Ψυχές, εκδόσεις Πέλλα
ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ
Παρότι γραμμένο το 1835, στη χαραυγή του καπιταλισμού στη Ρωσία, το έργο του Γκόγκολ θα μπορούσε να περιγράφει και την σημερινή ελληνική πραγματικότητα.
Τόσο η «διαφθορά που επικρατεί στο Δημόσιο» όσο και η αναποτελεσματικότητα στην καταπολέμησή της –παρά τη δημιουργία διοικητικών δομών με αυτή την αποστολή (επιθεωρητές, υπηρεσίες εσωτερικών ελέγχων, ελεγκτές δημόσιας διοίκησης κ.λπ.)– αποτελούν διαχρονικά ένα απ’ τα αγαπημένα θέματα της ατζέντας των ΜΜΕ και των εκάστοτε διαχειριστών της κρατικής εξουσίας. Δεν υπάρχει κλάδος εργαζομένων του Δημοσίου που κινητοποιήθηκε και δεν δέχτηκε τα πυρά των σταυροφόρων της «κάθαρσης». Πλάι στις μίζες και τα σκάνδαλα εκατομμυρίων των κυβερνητικών παραγόντων, πάει το γρηγορόσημο και το φακελάκι των υπαλλήλων. Στην κορυφή αυτής της προσπάθειας βρίσκονται οι υπάλληλοι που στελεχώνουν τις εισπρακτικές υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών (εφορίες, τελωνεία κ.λπ.).
Πράγματι, πολύ βολική επιλογή για το πολιτικό σύστημα ώστε να δικαιολογεί τις πολιτικές διάλυσης κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Βολικό, αφού αφήνει στο απυρόβλητο τις πολιτικές των συνεχών ιδιωτικοποιήσεων και των πάσης φύσεως φοροελαφρύνσεων για τους επιχειρηματίες, που στερούν από τα δημόσια οικονομικά πολλά δισεκατομμύρια εσόδων και ταυτόχρονα δικαιολογεί τη συνεχή αύξηση των έμμεσων φόρων και τελών (ΦΠΑ, ΕΦΚ, τέλη κυκλοφορίας κ.ο.κ.) που έχουν ξετινάξει τα λαϊκά εισοδήματα.
Οι ευθύνες της συνδικαλιστικής
γραφειοκρατίας
Στο Δημόσιο προφανώς και υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς και χρηματισμού των υπαλλήλων. Είναι ο ίδιος ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης που ευνοεί την ανάπτυξη τέτοιων φαινομένων σε ορισμένα τμήματα δημόσιων υπαλλήλων και καλλιεργεί προσδοκίες σε πολύ περισσότερους. Ο τρόπος διορισμού, η ευνοιοκρατία στην υπηρεσιακή εξέλιξη, οι πολιτικές παρεμβάσεις (για τον κουμπάρο ρε γαμώτο!), η πολιτική μέσω «επιδομάτων», είναι μερικοί από τους παράγοντες που δημιουργούν προϋποθέσεις ατομικού βολέματος, απαξίωσης της συλλογικής δράσης και των αγώνων για την αντιμετώπιση κλαδικών προβλημάτων.
Η στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης, αφού αποτέλεσε το συνδετικό κρίκο της πολιτικής εξουσίας και των «ημετέρων», στην άτυπη κατανομή ρόλων και θέσεων.
Όμως και η συνδιαχειριστική λογική του Συνασπισμού ή η μοιρολατρική στάση του ΚΚΕ «υπάρχουν διεφθαρμένες υπηρεσίες, δεν αλλάζει τίποτα αν δεν ανατραπεί ο καπιταλισμός», απλώς ενισχύουν τα επιχειρήματα και την ισοπεδωτική λογική του συστήματος.
Υπάρχει τρόπος παρέμβασης της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ένα τέτοιο σκηνικό; Προφανώς, αλλά έχει ως βασική προϋπόθεση τη στάση των ίδιων των αγωνιστών-τριών απέναντι σε αυτές τις πολιτικές ενσωμάτωσης και ατομικού βολέματος.
Η ηθική υπεροχή μας αποτελεί όρο εκ των ων ουκ άνευ για τη συμβολή στην ανάπτυξη ενός ταξικού ανεξάρτητου μαχητικού συνδικαλισμού των ίδιων των υπαλλήλων, για τη δυνατότητα οργάνωσης των αγώνων που επιβάλλεται να αναπτυχθούν σήμερα απέναντι στην πιο βάρβαρη αντεργατική πολιτική που προωθεί η κυβέρνηση Παπανδρέου-ΔΝΤ-ΕΕ.
Μια ταξική αγωνιστική παρέμβαση σ’ αυτούς τους χώρους οφείλει (και μπορεί) να συγκρουστεί με τους μηχανισμούς που δημιουργούν τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες για τη διαφθορά και να καταδεικνύει τα αδιέξοδα του ατομικού βολέματος και της λογικής «όλοι εναντίον όλων».
Η σύγκρουση με κάθε μορφή συντεχνιακής λογικής και η ανάπτυξη διακλαδικών ενωτικών πανεργατικών αγώνων αποτελεί το πλέον αποτελεσματικό μέσο για την αχρήστευση κάθε είδους πολιτικών ενσωμάτωσης και παθητικής στάσης που προωθεί σήμερα το μπλοκ εξουσίας της άρχουσας τάξης.
Σ. Κ.