Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Όλο λάδια τα γκρίζα κοστούμια του Σημίτη

Σεισμό στο πολιτικό σύστημα με ανεξέλεγκτες συνέπειες προκάλεσε η πρώτη ομολογία υπουργού ότι πήρε μίζα από τη Ζίμενς.
του Δημήτρη Τζιαντζή




Στην πολύωρη κατάθεσή του την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Μεταφορών της κυβέρνησης Σημίτη και δεξί χέρι του τότε  πρωθυπουργού Τάσος Μαντέλης παραδέχτηκε ότι έλαβε «προεκλογική δωρεά», όπως τη χαρακτήρισε, της Ζίμενς, συνολικού ύψους 450.000 ευρώ. Η λαϊκή κατακραυγή για την πρωτοφανή κυνικότητα του πολιτικού που μίλησε για το «μεγάλο κόστος της προεκλογικής εκστρατείας στη Β’ Αθήνας» ανέτρεψε ακόμα και την άτυπη συμφωνία ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία για τη μη κλήτευση των πρώην πρωθυπουργών Κ. Σημίτη και Κ. Καραμανλή στις εξεταστικές επιτροπές για τα σκάνδαλα της Ζίμενς και του Βατοπεδίου αντίστοιχα.
Η κυβέρνηση με θρασύτητα μιλάει για «δικαίωση του Γ. Παπανδρέου» που ζήτησε τη σύσταση της εξεταστικής επιτροπής, προσπαθώντας να αξιοποιήσει την ομολογία Μαντέλη στο πλαίσιο της αποπροσανατολιστικής εκστρατείας που επιχειρείται. Οι αποκαλύψεις Μαντέλη αξιοποιήθηκαν δεόντως από τα ΜΜΕ  που «κατάφεραν» να θέσουν σε δεύτερη μοίρα ακόμα και τη συζήτηση για την αναμόρφωση που επιχειρούν τρόικα και ΠΑΣΟΚ  στο Ασφαλιστικό. Ωστόσο η λάσπη έχει κολλήσει για τα καλά πάνω στο εκσυγχρονιστικό κοστούμι του Κ. Σημίτη. Ο Θ. Τσουκάτος αποδεδειγμένα λειτουργούσε ως ενδιάμεσος τροφοδότης του χρηματισμού του ΠΑΣΟΚ από τη Ζίμενς, ενώ όλοι σχεδόν οι στενοί συνεργάτες του (Γ. Πανταγιάς, Θ. Καρατζάς,  Μ. Νεονάκης, Θ. Μανίκας) είναι ύποπτοι για διάφορα σκάνδαλα.
Ο Τ. Μαντέλης, που διορίστηκε από τον Κώστα Σημίτη πρόεδρος του ΟΤΕ  και στη συνέχεια ανέλαβε υπουργός Μεταφορών έδωσε τρεις μεγάλες συμβάσεις στη Ζίμενς (μια μαζί με την Ιντρακόμ) ύψους 1,2 δισ. ευρώ. Νωρίτερα, είχε διοριστεί στην προεδρία της ΕΛΒΗΛ, μιας βιομηχανικής εταιρείας του Δημοσίου που παρήγαγε ηλεκτρολογικό υλικό για τις τηλεπικοινωνίες. Η αποστολή του ήταν να κλείσει η ελληνική βιομηχανία, ύστερα προφανώς από συμφωνία σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο ώστε οι κρατικές παραγγελίες να εξυπηρετούνται αποκλειστικά από το γερμανικό κολοσσό. Ως ιδρυτικό μέλος του στενού πυρήνα της ηγεσίας του εκσυγχρονιστικού μπλοκ του Κ. Σημίτη είχε  διοριστεί από τον ίδιο γραμματέας του υπουργικού του συμβουλίου. Ο ίδιος ο «αρχιερέας της διαπλοκής», όπως τον αποκαλούσε ο Κ. Καραμανλής, σε σχετική γραπτή δήλωση του –μνημείο πολιτικής υποκρισίας– εμφανίζεται εξοργισμένος τόσο από το ύφος όσο και από το περιεχόμενο της κατάθεσης Μαντέλη.
Δημοσιεύματα φέρνουν τον Κ. Σημίτη ιδιαίτερα ενοχλημένο από τις σαφείς αιχμές που άφησε ο Τ. Μαντέλης για το ποσό των 10 εκατ. μάρκων που «αποτελεί την κανονική τιμή της υπουργικής μίζας». Ο Κ. Σημίτης χαρακτηρίζει αυτές τις πράξεις «ασυμβίβαστες με τους αγώνες και την ηθική του». Στην πραγματικότητα, τις πρακτικές συνέπειες του εκσυγχρονιστικού μεσαίωνα και της διολίσθησης της οικονομίας τις βιώνουμε σήμερα. Η ανομία και η διαφθορά αποτελούν συστατικά στοιχεία της πλήρους υποταγής της πολιτικής στην επιχειρηματικό υπερκράτος και στη «νόμιμη» παρασιτική δράση του χρηματοπιστωτικού συστήματος που αποτέλεσαν τους κινητήριους μοχλούς της μαγικής εικόνας της «ισχυρής Ελλάδας» του Κώστα Σημίτη.
Το κλίμα που επιχειρείται να επιβληθεί ύστερα από την ομολογία Μαντέλη είναι η ανάδειξη αποδιοπομπαίων τράγων για το πολιτικό ξέπλυμα του παρελθόντος και κυρίως το ξέπλυμα των καταστροφικών τωρινών επιλογών. Επιδίωξη είναι ο αποπροσανατολισμός των εργατικών αντιστάσεων, η υποταγή τους στο μονόδρομο της εξαθλίωσης, καθώς και η προώθηση των προσπαθειών για μια συνολική αντιδραστική μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος. Οι νέοι υπόλογοι για το ιστορικό σκάνδαλο παράδοσης των πάντων στο ΔΝΤ την ΕΕ και την πλήρη επικυριαρχία των αγορών κραυγάζουν για «πολιτική εντιμότητα και ηθική» την ίδια στιγμή που δεν τολμούν να στραφούν πολιτικά και δικαστικά ούτε κατά της περιβόητης Ζίμενς. Είναι οι ίδιοι που λιβανίζουν τη νέα ευρωγερμανική και αμερικάνικη μαστροπεία απέναντι στις κοινωνικές και δημοκρατικές διεκδικήσεις του ελληνικού λαού. Είναι αυτοί που δεν τολμούν να ελέγξουν το πόθεν έσχες και τα οικονομικά των επιχειρήσεων και των τραπεζών, που δεν διανοούνται να επιβάλουν στοιχειώδη φορολόγηση στα υπερκέρδη προς όφελος του ελληνικού λαού και των εργαζομένων. Απέναντι σε αυτή τη συνολική εκστρατεία αξιοποίησης της δικής τους διαφθοράς προκειμένου να φθείρουν ολοκληρωτικά κάθε ίχνος δημοκρατίας στη χώρα και να θέσουν εκτός νόμου τα αγωνιστικά πολιτικά δικαιώματα των εργαζομένων, μόνο η παρέμβαση ενός ανασυγκροτημένου πολιτικού κινήματος μπορεί να βάλει μια αντικαπιταλιστική, δημοκρατική διέξοδο και προοπτική.