«Έχουμε το πρόβλημα να διαθέτουμε άποψη για τον κόσμο, τη μουσική, την πολιτική. Έχουμε επίσης και το πρόβλημα
να θέλουμε να τη λέμε. Οπότε έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο αυτό να μπορεί να γίνει. Είχαμε το παράδειγμα των blogs, αλλά εμείς ξέραμε να κάνουμε ραδιόφωνο».
Μια συνομιλία του Παναγιώτη Φραντζή με τον Αποστόλη Καπαρουδάκη από το radiobubble.gr
– «Τι προηγήθηκε της ιδέας του radiobubble;» ρωτάμε το διευθυντή του σταθμού Αποστόλη Καπαρουδάκη πίνοντας καφέ στο νέο χώρο της οδού Ιπποκράτους 146 όπου το κομψότατο μικρό καφέ και το στούντιο.
– Η καταστροφή όσων γνωρίζουμε ως ραδιόφωνο. Μια κουλτούρα ισοπέδωσης, ηλιθιότητας, πλέι-λιστ, ανθρώπων που κάνανε εκπομπές χωρίς να λένε τίποτα, εκτός βέβαια από σπάνιες εξαιρέσεις. Στην αρχή δεν ήταν και πολύ ξεκαθαρισμένο τι θέλαμε. Θέλαμε να έχουμε ένα ραδιόφωνο που θα παίζαμε ωραίες μουσικές χωρίς έλεγχο από τις εταιρείες, και θα λέγαμε αυτά που θέλαμε. Και είχαμε και την άποψη, που πολλοί μας έλεγαν ότι είναι ηλίθια, ότι αν δώσουμε στον κόσμο τη δυνατότητα να φτιάχνει εκπομπές, οι εκπομπές που θα ακούμε θα είναι στη χειρότερη περίπτωση καλύτερες από αυτές των επαγγελματιών στα FΜ. Άρα προτείναμε κάτι σχετικά ελευθεριακό, δηλαδή την κατάργηση των ειδημόνων. Να είμαστε και απολύτως ειλικρινείς. Δουλειά πια δε βρίσκαμε εμείς, μας είχε πετάξει το σύστημα απ’ έξω. Υπήρχαν τόσοι άνθρωποι που κάνανε ραδιόφωνο σοβαρό είκοσι και τριάντα χρόνια, έχουν περάσει από δέκα σταθμούς και αυτή τη στιγμή δεν έχουνε δουλειά.
– Πώς φτάσαμε ως εδώ; Πότε ξεκίνησε η ζημιά;
– Ας το δούμε από την αρχή. Ποιος είναι ο κύριος πόλος που διαμόρφωνε επί χρόνια τα ραδιοφωνικά πράγματα στην Ελλάδα; Η κρατική ραδιοφωνία. Είχαμε ένα άνευρο, άψυχο πράγμα το οποίο όμως μπόρεσε να βγάλει και διαμάντια. Είχαμε θέατρο της Δευτέρας, είχαμε την Τόνια Καράλη, είχαμε τη Ρηνιώ Παπανικόλα, είχαμε κόσμο και ντουνιά που έκανε σοβαρά πράγματα. Μας έμαθε μουσικές, μας έμαθε θέατρο στο ραδιόφωνο. Καθώς όμως περνούσαν τα χρόνια και είπε τότε το ΠΑΣΟΚ ότι αυτό το πράγμα δεν βγάζει λεφτά, να το κάνουμε λίγο ανταγωνιστικό, μας οδήγησαν στο να δείχνουν το βρακί της Παπαρίζου και στο ραδιοφωνικό του αντίστοιχο. Ας δούμε με ποια κριτήρια επέλεξαν το σημερινό διευθυντή της κρατικής ραδιοφωνίας. Είπαν λοιπόν ότι είναι στιχουργός (έχει γράψει μερικά μέτρια τραγούδια και ένα δυο καλά, αλλά δεν είναι η στιχουργική του ιδιότητα που τον διακρίνει) και μέτρησε και η επιτυχία του, λέει, στον ιδιωτικό τομέα. Ποια είναι η επιτυχία του συμπαθέστατου αυτού ανθρώπου; Ότι δημιούργησε τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό στην Ελλάδα, ο οποίος έπαιζε πλέι-λιστ σκυλάδικα. Όταν παίρνεις λοιπόν αυτό τον άνθρωπο και τον διορίζεις διευθυντή στο κρατικό ραδιόφωνο, αντιλαμβάνεσαι σε τι κατάσταση ζούμε.
– Τι πρέπει να κάνει ο παραγωγός σε ένα ραδιόφωνο που θα τον απολύσει αν δεν συμμορφωθεί;
– Κοίταξε, όποιος σε μια εργασία η οποία δημιουργεί κουλτούρα παίρνει πενήντα κομμάτια στη λίστα και τα βάζει και δεν τολμά να πει αυτό δεν το κάνω είναι επικίνδυνος. Δεν φταίει μόνο η διοίκηση ή οι εταιρείες. Υπάρχει και ζήτημα προσωπικής ευθύνης, όπως ο δάσκαλος που παλεύει μέσα στο σύστημα να κάνει διαφορετικά το μάθημα και να αγαπήσουν τη γνώση τα παιδιά. Με ρωτάς τι πρέπει να κάνουν οι παραγωγοί, ας πάνε να κάνουν κίνημα μέσα στους σταθμούς όπως πάει ο εργάτης να κάνει σωματείο. Ή ας παραιτηθούν αν δέχονται πιέσεις αντί να κάθονται να λένε μάλιστα σε ό,τι τους ζητείται να παίξουν και να πουν.
– Παραιτούμαστε άρα από τα ερτζιανά; Δεν παλεύουμε να τα πάρουμε πίσω;
– Το ραδιόφωνο των FM είναι πλέον μια χαμένη ιστορία. Οι συχνότητες από δημόσιο αγαθό έχουν μετατραπεί σε μέσο πλουτισμού. Είναι σαν να λέμε θα πάρουμε τις εφημερίδες στα χέρια μας; Ε, όταν πάρουμε τις εφημερίδες στα χέρια μας, θα πάρουμε και το ράδιο, θα πάρουμε και την τηλεόραση, θα τα πάρουμε όλα...
– Σε τι συχνότητα εκπέμπουμε πολιτικά;
– Το στίγμα μας είναι δυνατό. Στην αρχή δεν μπορούσαν να μας καταλάβουν, θεωρούσαν ότι είμαστε του Συνασπισμού ή ότι είμαστε ροκάδες μόνο με την παραδοσιακή έννοια, όποιος είχε υπομονή κατάλαβε ότι είναι ένα πράγμα πολύ ανοιχτό και σε ό,τι αφορά στη μουσική και στο λόγο. Εμείς παράγουμε μια γλώσσα ραδιοφωνική –που έχει να κάνει και με το λόγο και με τη μουσική– η οποία έχει προφανώς σχέση με την πρόοδο, την Αριστερά, ή αυτό που λέμε επανάσταση. Το καταλαβαίνουν και άνθρωποι που ανήκουν στο χώρο του ΠΑΣΟΚ ή των φιλελευθέρων και κάνουν εκπομπές εδώ. Αλλά εμείς την Αριστερά τη βλέπουμε με άλλο τρόπο: Τη βλέπουμε με τον Χατζιδάκι, με ταινίες, κ.λπ. Δεν είχε νόημα για μας ένα ράδιο που να είναι ντουντούκα πολιτική, γιατί δεν νομίζω ότι μπορείς να συγκινήσεις έναν άνθρωπο λέγοντάς του απλά «ρε συ, ο μισθός σου πέφτει, κάνε κάτι». Δεν αρκεί αυτό.
– Ποιοι είναι οι φυσικοί σας σύμμαχοι και οι φυσικοί αντίπαλοι;
– Φυσικοί μας σύμμαχοι είναι ανήσυχοι άνθρωποι οι οποίοι την ανησυχία τους δεν τη μεταφράζουν μονοσήμαντα. Είναι άνθρωποι οι οποίοι είναι δημιουργικοί. Έχουν ανάγκη να επικοινωνούν με άλλους ανθρώπους και δεν τους αρέσει ο κόσμος στον οποίο ζουν εν γένει. Αλλά δεν μένουν μόνο στην καταγγελία. Το «αχ δε μ’ αρέσει αυτό που ζω» μπορεί να το λέει και αυτός που κάθεται σπίτι του και βλέπει τηλεόραση. Φυσικοί μας σύμμαχοι με πολιτικούς όρους είναι ο κόσμος της Αριστεράς, γενικά. Ο κόσμος που βρίσκεται στους δρόμους, όχι αυτός που απλώς ψηφίζει Αριστερά.
– Πάμε για νίκες ή θα μας στριμώξουν; Τι βλέπεις;
– Εγώ δεν ξέρω ούτε αν θα κερδίσουμε εμείς το στοίχημα ούτε αν θα κερδίσουν οι συλλογικότητες. Ξέρω ότι αν χάσουμε, θα έχει χαθεί κάτι πολύ σοβαρό. Και επίσης ξέρω ότι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε και αλλιώς. Εμείς μάθαμε ότι ο κόσμος προχωράει με συγκρούσεις, με ανταλλαγή απόψεων, οι οποίες δημιουργούνται μέσα από συλλογικότητες. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να προχωρήσει ο κόσμος κι αν εμείς δεν τα καταφέρουμε, θα τα καταφέρουν οι επόμενοι.