Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Αμερικανο-ρωσικό θρίλερ χωρίς σασπένς


Η πρόσφατη επίσκεψη Μεντβέντεφ στις Ηνωμένες Πολιτείες επισφράγισε τη θεαματική βελτίωση των σχέσεων Μόσχας - Ουάσινγκτον επί προεδρίας Ομπάμα, όπου είδαμε το ρώσο πρόεδρο να μοιράζεται χάμπουργκερ με τον αμερικανό ομόλογό του και το τελευταίο μοντέλο του iPhone με τον ιδρυτή της Apple, Στιβ Τζομπς. Προτού κατακαθίσει, ωστόσο, ο κουρνιαχτός από την επίσκεψη, ήρθε ένα απροσδόκητο κατασκοπευτικό θρίλερ να απελευθερώσει από τα ντουλάπια της ιστορίας τα ξεχασμένα φαντάσματα του Ψυχρού Πολέμου.


Πέτρος Παπακωνσταντίνου

                                     (Φωτό: O Στιβ Τζομπς προσπαθεί να πείσει τον Μεντβέντεφ ότι το κακό σήμα του iPhone 4 οφείλεται σε κατασκευαστικό λάθος και όχι σε δάκτυλο της ΣΙΑ) 


Το θέμα που κατέκτησε για λίγο τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου προέκυψε όταν το FBI συνέλαβε 10 άτομα, τα οποία αντιμετωπίζουν ποινική δίωξη με την κατηγορία της κατασκοπείας υπέρ της Ρωσίας. Άλλος ένας άνθρωπος, ο Ελληνοκαναδός Κρίστοφερ - Ρόμπερτ Μέτσος, συνελήφθη με την ίδια κατηγορία στη Λάρνακα. Υπερβολικά, όπως συμβαίνει συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις, τα πρώτα ρεπορτάζ πιθανολογούσαν σοβαρά αντίμετρα της Ρωσίας και παλινδρόμηση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων στα επίπεδα της περιόδου Μπους - Πούτιν, αν όχι και σε εκείνα της σοβιετικής εποχής.
Τα όσα έγιναν γνωστά στη συνέχεια επιβεβαίωσαν τον αφορισμό ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα. Το κύκλωμα των ρώσων κατασκόπων φαίνεται ότι απαρτιζόταν από ανθρώπους επιπέδου ...επιθεωρητή Κλουζώ, με ερασιτεχνικούς κώδικες επικοινωνίας, που μας θύμισαν τον «Μεγάλο Τραγουδιστή» και τη «Δεσποινίδα Κατεχάκη» – πάντως όχι τη φοβερή και τρομερή KGB, την εποχή που ο Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν χαμηλόβαθμο στέλεχός της στο Βερολίνο και τη Δρέσδη. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η συγκομιδή τους ήταν μηδαμινή και το μόνο ερώτημα που αξίζει να απαντηθεί είναι γιατί έγινε τόσος θόρυβος για μια τόσο μικρή ιστορία.
Σύμφωνα με μια υπόθεση, την οποία πολλοί έσπευσαν να υιοθετήσουν –ενδεχομένως, υπό την επήρεια των πολιτικών αντανακλαστικών που μας κληροδότησε ο Ψυχρός Πόλεμος– λέει περίπου τα εξής: Αν και ο Ομπάμα έχει υιοθετήσει και προωθεί με ειλικρίνεια την πολιτική της «ολικής επαναφοράς» των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων, που είχε εισηγηθεί ο αντιπρόεδρός του, Τζο Μπάιντεν, οι πιο επιθετικοί κύκλοι της κυβέρνησής του, όπως ο Ρεπουμπλικανός υπουργός Άμυνας Γκέιτς και η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον εκμεταλλεύτηκαν αυτή την ευκαιρία για να εκτροχιάσουν την αμερικανο-ρωσική προσέγγιση. Στην προσπάθεια αυτή, βρίσκουν εξ αντικειμένου συμμάχους τους «ιέρακες» της άλλης πλευράς, οι οποίοι συσπειρώνονται γύρω από τον Πούτιν και βλέπουν με καχυποψία την εκσυγχρονιστική ρητορεία του Μεντβέντεφ και το διακαή του πόθο να στηριχθεί στην αμερικανική τεχνογνωσία για να φτιάξει μια ρωσική «Κοιλάδα της Σιλικόνης».
Ωστόσο, το σενάριο αυτό, βγαλμένο από ψυχροπολεμική ταινία του Χόλιγουντ, με τους ένθεν και ένθεν «καλούς» και «κακούς», φαίνεται να υπερτονίζει το ρόλο των υπαρκτών, κατά τα άλλα, αντιθέσεων και στα δύο στρατόπεδα. Είναι αλήθεια ότι ο Μπαράκ Ομπάμα έκανε σοβαρές υποχωρήσεις έναντι της Ρωσίας: Εξοστράκισε στις ελληνικές καλένδες την προοπτική ένταξης Γεωργίας και Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, δέχθηκε αδιαμαρτύρητα την επικράτηση του φιλορώσου Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία, ακύρωσε το σχέδιο του Μπους για αντιπυραυλική άμυνα στην Κεντρική Ευρώπη και δέχθηκε την ένταξη της Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Έκανε όμως αυτές τις υποχωρήσεις είτε γιατί απλούστατα δεν μπορούσε να κάνει αλλοιώς (στην περίπτωση Γεωργίας και Ουκρανίας), είτε γιατί ανταποκρίνονταν στα συμφέροντα του αμερικανικού κεφαλαίου (ένταξη στον ΠΟΕ), ή γιατί εξασφάλισε σοβαρότατα ανταλλάγματα (τη ρωσική υποστήριξη στις κυρώσεις κατά του Ιράν, για την περίπτωση της αντιπυραυλικής άμυνας). Κατά τα λοιπά, η Αμερική θα συνεχίζει να κατασκοπεύει τη Ρωσία και η Ρωσία την Αμερική –η οποία κατά καιρούς έχει γνωρίσει τριβές για ανάλογα θέματα ακόμη και με στενούς συμμάχους της, όπως η Γαλλία ή το Ισραήλ– χωρίς αυτό να σημαίνει υποτροπή στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά απλή ένδειξη «ψυχρής ειρήνης» - μιας ανόρεκτης συνενόησης μεταξύ ανταγωνιστών, στο έδαφος επί μέρους, προσωρινών, κοινών συμφερόντων.

Σε κρίση στρατηγικής βρίσκεται ο γερμανικός ιμπεριαλισμός την ίδια στιγμή που στο εσωτερικό κλιμακώνεται η λαϊκή διαμαρτυρία ενάντια στην πολιτική άγριων περικοπών. Η κατακρήμνιση της δημοτικότητας της Μέρκελ κι οι πολιτικές της ήττες φέρνουν στην επιφάνεια την αστάθεια του πολιτικού συστήματος.