Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Αμφισβητείται η Μέρκελ

Φιάσκο», «πανωλεθρία», «Βατερλό». Ελάχιστοι ηγέτες έχουν ζήσει για να διαβάσουν τον πολιτικό τους επικήδειο στις μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας, όπως συνέβη αυτή την εβδομάδα με τη γερμανίδα καγκελάριο, Άγκελα Μέρκελ.

¨Αρης Χατζηστεφάνου  


   -Φωτό: Ούτε η θριαμβευτική πορεία της Εθνικής Γερμανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο δείχνει ικανή να αντιστρέψει την αρνητική εικόνα της ¨Αγκελα Μέρκελ- 



 Η διαδικασία εκλογής προέδρου, η οποία θα έπρεπε να αποτελεί μια τυπική διαδικασία μερικών λεπτών, μετατράπηκε σε πολιτικό θρίλερ διάρκειας εννέα ωρών. Παρά το γεγονός ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) διέθετε την απόλυτη πλειοψηφία, που απαιτείται για την εκλογή προέδρου από τον πρώτο γύρο o εκλεκτός της Μέρκελ, Κρίστιαν Βούλφ, χρειάστηκε να φτάσει στον τρίτο γύρο για να καταφέρει να εκλεγεί με απλή πλειοψηφία. Όχι ένας ούτε δυο αλλά 44 βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού προχώρησαν σε συντονισμένη ανταρσία, από τον πρώτο γύρο, εκμεταλλευόμενοι τη μυστική ψηφοφορία που προβλέπει το γερμανικό Σύνταγμα. Ακόμη και στο δεύτερο γύρο όμως, ο κομματικός μηχανισμός της Μέρκελ αποδείχθηκε ανίκανος να καταστείλει την ανταρσία που λάμβανε χώρα στο... κατάστρωμα της χριστιανοδημοκρατικής παράταξης.
Πέρα από τα βαθύτερα αίτια της κρίσης, στα οποία θα επανέλθουμε αμέσως, η Μέρκελ πραγματοποίησε και μια σειρά λανθασμένων πολιτικών χειρισμών που την αποξένωσαν από τα στελέχη του κόμματός της. Με σχεδόν αυτοκρατορική έπαρση επέλεξε έναν υποψήφιο ιδιαίτερα χαμηλών τόνων τη στιγμή που η αντιπολίτευση των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων έριχνε στη μάχη ένα από τα ισχυρότερα χαρτιά που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει. Ο Γιοακίμ Γκάουγκ, πρώην κληρικός και ένα από τα πιο προβεβλημένα στελέχη στη μάχη εναντίον του καθεστώτος της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, ήταν ο τελευταίος άνθρωπος με τον οποίο θα ήθελε να τα βάλει η Μέρκελ. «Με το να στέκεται απέναντί του» σχολίαζε ο βρετανικός Εκόνομιστ «ήταν σαν να μάχεται ένα σύμβολο της ελευθερίας». Για την ακρίβεια ο Γκάουγκ ένας από τους πιο λυσσασμένους εχθρούς του κομμουνισμού, αποτελεί «σύμβολο ελευθερίας» για τη συντηρητική παράταξη και όχι για το σύνολο της γερμανικής κοινωνίας. Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι τα δυο κόμματα επέλεξαν «λάθος» υποψηφίους: Οι δεξιοί χριστιανοδημοκράτες κατέβηκαν στη μάχη με κεντρώο υποψήφιο, ενώ οι κεντρώοι σοσιαλδημοκράτες επέλεξαν έναν υπερσυντηρητικό, για τα δεδομένα τους, πολιτικό. Το πρόβλημα όμως ξεπερνά κατά πολύ τις αντιπαραθέσεις των δυο μεγάλων κομμάτων και των συμμάχων τους και μας φέρνει στην ουσία του προβλήματος που λίγο έλλειψε να δώσει τη χαριστική βολή στην κυβέρνηση της γερμανίδας καγκελαρίου. Το μέγεθος της ανταρσίας στην κυβερνητική παράταξη αλλά και η ανέλπιστη επιτυχία του υποψηφίου της αντιπολίτευσης στους δυο πρώτους γύρους δεν δικαιολογείται ούτε από την υπεροψία της Μέρκελ, ούτε από άλλους είδους λάθη και παραλείψεις σε επίπεδο κομματικής στρατηγικής.
Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλη μερίδα καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης, που σε άλλες περιπτώσεις στήριζαν τον κυβερνητικό συνασπισμό, έριξαν το βάρος τους στον Γκάουγκ και όχι στον Βουλφ. Εφημερίδες, περιοδικά και τηλεοπτικοί σταθμοί οικοδομούσαν το προφίλ του υποψηφίου των σοσιαλδημοκρατών ως του «εκλεκτού του λαού» που θα δώσει μάχες για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του μέσου πολίτη. Στο ίντερνετ οργανώθηκε τεράστια καμπάνια υποστήριξης στην οποία ο Γκάουγκ εμφανιζόταν να έχει δεκάδες χιλιάδες οπαδούς. Όταν όμως οι υποστηρικτές του σκέφτηκαν να οργανώσουν και μια προεκλογική συγκέντρωση αποδείχθηκε ότι ελάχιστοι ήταν διατεθειμένοι να κατέβουν στο δρόμο για τον εκλεκτό των γερμανικών μέσων ενημέρωσης.
Τα συγκεκριμένα μέσα, όπως και οι 44 αντάρτες του κυβερνητικού συνασπισμού, εκπροσωπούν δυσαρεστημένα τμήματα της αστικής τάξης. Ουσιαστικά δηλαδή η περιπετειώδης εκλογική διαδικασία για την προεδρία έφερε στο προσκήνιο την τιτανομαχία που διεξάγεται εδώ και μήνες στο εσωτερικό των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της Γερμανίας. Μια σύγκρουση που διχάζει το Βερολίνο σε σειρά κρίσιμων θεμάτων εθνικής στρατηγικής από την οικονομία μέχρι τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και τη στάση απέναντι στο ευρωπαϊκό όραμα της Τουρκίας. Οι γερμανικές ελίτ δεν φαίνεται να έχουν λύσει ούτε το ποια Ευρώπη επιθυμούν και πώς θα εξασφαλίσουν την κυριαρχία του Βερολίνου στο εσωτερικό της.
Έχοντας μόλις επιστρέψει από τη σύνοδο των G-20, όπου συγκρούστηκε με τον Μπαράκ Ομπάμα για την πολιτική λιτότητας που ακολουθεί, η Μέρκελ συνειδητοποίησε ότι έχει πολλούς περισσότερους εχθρούς μέσα στο ίδιο της το κόμμα. Μπορεί στόχος όλων να είναι η προστασία των αστικών συγκροτημάτων και η όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική αφαίμαξη των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων αλλά υπάρχουν σημαντικές διαφωνίες στο πώς θα επιτευχθεί αυτό. Ακόμη και η στάση της Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου προκαλεί διαφορετικές αντιδράσεις, ενώ η αντιπαράθεση κορυφώνεται όταν φτάνουμε σε θέματα όπως η φορολογία. Το σημαντικότερο πρόβλημα όμως φαίνεται να είναι το πώς θα αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά η κλιμακούμενη λαϊκή οργή από την όλο και σκληρότερη πολιτική λιτότητας – πολιτική που, ας μην ξεχνάμε, για τους Γερμανούς έχει ξεκινήσει εδώ και μια δεκαετία με την επίθεση του πρώην καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ. Η Μέρκελ έχασε ήδη τις εκλογές στο κρατίδιο Βόρειας Ρηνανίας -Βεστφαλίας ενώ έχει μπροστά της κρίσιμες αναμετρήσεις στα κρατίδια Βάδη - Βιτεμβέργη, Ρηνανία - Παλατινάτο και τη Σαξονία - Άνχαλτ. Σε λιγότερο από ένα χρόνο η γερμανίδα καγκελάριος κατάφερε να κάψει όλες τις πολιτικές της παρακαταθήκες και τώρα δίνει πραγματική μάχη για την επιβίωσή της στο πολιτικό σκηνικό.
Από την πλευρά τους οι Σοσιαλδημοκράτες με την επιλογή ενός τόσο συντηρητικού υποψηφίου έδωσαν δείγματα γραφής προς τις κυρίαρχες ελίτ ότι μπορούν να εκπληρώσουν ακόμη καλύτερα την επίθεση σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Το ερώτημα λοιπόν που μένει είναι ποιος θα εκπροσωπήσει τη συσσωρευμένη λαϊκή οργή.

http://xstefanou.weebly.com